Menu Close
Close
Menu Close
Close

Καλοκαιρινή άδεια: Όλα όσα πρέπει να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι – Τι ισχύει για το επίδομα

Α. Ρύθμιση της ετήσιας άδειας αναψυχής με κανόνες δημοσίας τάξεως

1. Οι διατάξεις του θεσμικού πλαισίου που αφορούν στην ετήσια άδεια αναψυχής των εργαζομένων είναι δημοσίας τάξεως, με συνέπεια να μην επιτρέπεται και να είναι άκυρη κάθε αντίθετη ρητή ή σιωπηρή συμφωνία, καθώς και η παραίτηση του εργαζομένου από τις σχετικές αξιώσεις.

2. Το επίδομα αδείας κατοχυρώθηκε περαιτέρω με την Εθνική Γενική ΣΣΕ του έτους 2010 (άρθρο 1) για τους εργαζόμενους ιδιωτικού δικαίου σε όλη την ελληνική επικράτεια και περιλαμβάνεται μαζί με τις βασικές ρυθμίσεις για την ετήσια άδεια αναψυχής στον Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου (άρθρα 210-216 ΠΔ 80/2022).

3. Κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας, απαγορεύεται η απόλυση του εργαζομένου.

4. Οι τηλεργαζόμενοι, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας αναψυχής τους, έχουν δικαίωμα αποσύνδεσης, δηλαδή έχουν δικαίωμα να απέχουν πλήρως από την παροχή της εργασίας τους και, ιδίως, να μην επικοινωνούν ψηφιακά και να μην απαντούν σε τηλεφωνήματα, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή σε οποιασδήποτε μορφής επικοινωνία.

Β. Χρόνος χορήγησης της ετήσιας άδειας αναψυχής

1. Η ετήσια άδεια αναψυχής του εργαζομένου χορηγείται σε συνεννόηση με τον εργοδότη ως προς τον χρόνο χορήγησής της και, σε κάθε περίπτωση, εντός διμήνου από την υποβολή σχετικού αιτήματος από τον εργαζόμενο.

2. Οι μισοί τουλάχιστον εργαζόμενοι μίας επιχείρησης πρέπει να πάρουν την άδειά τους μέσα στο χρονικό διάστημα από την 1 Μαΐου μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου.

Με νομοθετική ρύθμιση (άρθρο 61 του Ν. 4808/2021), δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς της ετήσιας κανονικής άδειας μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους (για την άδεια αναψυχής του 2023, μέχρι το τέλος Μαρτίου 2024).

Σε περίπτωση που παρέλθει και το πρώτο τρίμηνο του επόμενου έτους, η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική.

3. Οι εργοδότες οι οποίοι απασχολούν εργαζόμενους που προστατεύουν παιδιά έως 16 ετών (φυσικά ή υιοθετημένα) και παιδιά άνω των 16 ετών με αναπηρία, υποχρεούνται, κατά τον προγραμματισμό του χρόνου χορήγησης των ετήσιων αδειών απουσίας του προσωπικού τους, να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις ανάγκες των εργαζομένων αυτών.

Γ. Διάρκεια ετήσιας άδειας αναψυχής

1. Η χορήγηση της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων υπολογίζεται με βάση το ημερολογιακό έτος.

2. Ο εργαζόμενος δικαιούται αναλογία χρόνου ετήσιας άδειας από την έναρξη της απασχόλησής του, σύμφωνα με το εβδομαδιαίο σύστημα εργασίας του (πενθήμερο ή εξαήμερο), χωρίς να απαιτείται να συμπληρώσει συγκεκριμένο διάστημα προϋπηρεσίας στον εργοδότη του.

3. Συγκεκριμένα, κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος που προσελήφθη ο εργαζόμενος, ο εργοδότης υποχρεούται να του χορηγήσει το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου του επόμενου έτους, αναλογία των ημερών αδείας που δικαιούται από την πρόσληψή του μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους, σύμφωνα με τους μήνες απασχόλησής του.

Κάθε εργαζόμενος με σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου δικαιούται από την έναρξη της εργασίας του μέχρι τη συμπλήρωση δωδεκαμήνου να λάβει το ποσοστό της αδείας του. Η αναλογία αυτή υπολογίζεται στη βάση των 20 εργάσιμων ημερών ετήσιας άδειας για όσους εργάζονται πενθήμερο και των 24 εργάσιμων ημερών για όσους εργάζονται εξαήμερο.

4. Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, αφού ο εργαζόμενος συμπληρώσει δωδεκάμηνη εργασία, δικαιούται άδεια 21 ημερών (πενθήμερη εργασία) και 25 ημερών (εξαήμερη εργασία).

 5. Για το τρίτο και τα επόμενα εργασιακά έτη, ο εργαζόμενος δικαιούται από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους την κανονική ετήσια άδειά του με αποδοχές, δηλαδή 22 ημέρες (πενθήμερη εργασία) και 26 ημέρες (εξαήμερη εργασία).

6. Μετά τη συμπλήρωση 10 ετών εργασίας στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσίας 12 ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη, ο εργαζόμενος δικαιούται άδεια 25 εργάσιμων ημερών (πενθήμερη εργασία) και 30 εργάσιμων ημερών (εξαήμερη εργασία).

7. Μετά τη συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας σε οποιονδήποτε εργοδότη, οι εργαζόμενοι δικαιούνται μία επιπλέον ημέρα αδείας, δηλαδή 26 ημέρες (πενθήμερη εργασία) και 31 μέρες (εξαήμερη εργασία).

8. Στις ημέρες της ετήσιας άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Ως εκ τούτου, δεν περιλαμβάνονται οι Κυριακές, οι επίσημες αργίες, οι κατ’ έθιμον αργίες, οι ημέρες ασθένειας και οι ειδικές άδειες που προβλέπονται από άλλες διατάξεις, εάν συμπέσουν με αυτήν (π.χ. άδεια γάμου, άδεια γέννησης τέκνου, άδεια μητρότητας).

Δ. Τρόπος χορήγησης της ετήσιας άδειας αναψυχής

1. Ο βασικός κανόνας είναι ότι η ετήσια άδεια χορηγείται συνεχόμενα και για το σύνολο των ημερών που δικαιούται ο εργαζόμενος ανάλογα με την προϋπηρεσία του.

2. Σε περίπτωση που ισχύουν ευνοϊκότεροι όροι (π.χ. από ΣΣΕ, κανονισμό εργασίας, επιχειρησιακή συνήθεια ή έθιμο) ως προς την ετήσια άδεια των εργαζομένων και το επίδομα αδείας αυτοί υπερισχύουν.

3. Τα στοιχεία που αφορούν στη χορήγηση της ετήσιας άδειας των εργαζομένων καταχωρούνται υποχρεωτικά από τον εργοδότη α) στο βιβλίο αδειών, το οποίο μπορεί να είναι και σε μορφή μηχανογραφημένων σελίδων και πρέπει να είναι διαθέσιμο προς έλεγχο από την Επιθεώρηση Εργασίας και β) στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», όπου, σύμφωνα με τον νόμο, αναγγέλλεται ηλεκτρονικά η χορήγηση της ετήσιας άδειας έως και μία ώρα, μετά την έναρξή της.

Στο έντυπο Ε11 (γνωστοποίηση στοιχείων ετήσιας κανονικής άδειας) καταχωρίζονται τον Απρίλιο κάθε έτους τα στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και έχουν καταχωρισθεί στο ειδικό βιβλίο αδειών.

Κατάτμηση ετήσιας άδειας

1. Επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου ετήσιας αδείας εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης.

 Σε κάθε περίπτωση, η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι εργάσιμων ημερών σε εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και των πέντε εργάσιμων ημερών σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία ή των 12 εργάσιμων ημερών, εφόσον αφορά ανηλίκους που εργάζονται νόμιμα.

2. Μετά από έγγραφη αίτηση του εργαζομένου προς τον εργοδότη, η κατάτμηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδους, από τις οποίες η μία πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 12 εργάσιμες ημέρες σε εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και 10 εργάσιμες ημέρες σε πενθήμερη ή 12 εργάσιμες ημέρες, εφόσον αφορά ανηλίκους που εργάζονται νόμιμα.

3. Ειδικά, σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό και εποχικό προσωπικό και παρουσιάζουν ιδιαίτερη σώρευση εργασίας που οφείλεται στο είδος ή στο αντικείμενο εργασιών τους, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, για το τακτικό προσωπικό, ο εργοδότης δύναται να χορηγεί το τμήμα της αδείας των 10 εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου ή 12 επί εξαημέρου, οποτεδήποτε εντός του ημερολογιακού έτους.

4. Επισημαίνεται ότι η αίτηση αυτή του εργαζομένου, καθώς και η απόφαση του εργοδότη, αν και δεν απαιτούν πλέον έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ, ωστόσο διατηρούνται στην επιχείρηση επί πέντε έτη και οφείλουν να είναι στη διάθεση της Επιθεώρησης Εργασίας.

Ε. Αποδοχές ετήσιας άδειας αναψυχής και χρόνος καταβολής

1. Το επίδομα αδείας κατοχυρώθηκε περαιτέρω με το άρθρο 2 της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ του 2010, το οποίο αναφέρει τα εξής:

«Ο μισθωτός που θεμελιώνει δικαίωμα κανονικής άδειας αναψυχής, αυτούσιας ή σε χρήμα, δικαιούται να λάβει και το επίδομα άδειας, το οποίο αποτελεί τακτικές αποδοχές του, υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο που υπολογίζονται και οι αποδοχές άδειας και υπόκειται στους ίδιους κανόνες με αυτές.

Το επίδομα άδειας ισούται με το σύνολο των πράγματι καταβαλλόμενων τακτικών συνήθων αποδοχών της άδειας, με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές 15 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με μηνιαίο μισθό και 13 ημερών γι’ αυτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο ή κατά μονάδα εργασίας ή με ποσοστά ή και με άλλον τρόπο.

Το αντίστοιχο επίδομα άδειας προκαταβάλλεται κατά τη λήψη της άδειας αναψυχής ή τμήματος αυτής μαζί με τις αποδοχές αδείας.

Γενικές ή ειδικές διατάξεις νόμων, διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαιτητικών αποφάσεων, κανονισμών εργασίας και λοιπών κανονιστικών πράξεων, που καθορίζουν ευνοϊκότερους τρόπους υπολογισμού, καταβολής και γενικά παροχής του επιδόματος άδειας, υπερισχύουν και διατηρούνται σε ισχύ.

Το άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 1997 για τη χορήγηση του επιδόματος άδειας σε περίπτωση πρόωρης λύσης της σχέσης εργασίας εξακολουθεί να ισχύει, διαγραφομένων των λέξεων “πριν ο μισθωτός συμπληρώσει παρά τω αυτώ εργοδότη δωδεκάμηνον συνεχή απασχόλησιν”, λόγω της μεταγενέστερης τροποποίησης των προϋποθέσεων για τη λήψη άδειας».

2. Στην περίπτωση που ο εργοδότης δεν χορηγεί την άδεια που αιτήθηκε ο εργαζόμενος έως το τέλος Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, οφείλει να καταβάλει τις αποδοχές του οφειλόμενου χρόνου αδείας, με προσαύξηση 100%, συν το επίδομα αδείας.

Τα σωματεία, τα κατά τόπους Εργατικά Κέντρα και οι Ομοσπονδίες δύναμης της ΓΣΕΕ, τονίζουν ότι είναι σε επαγρύπνηση για τις καταγγελίες των εργαζομένων.

Η ΓΣΕΕ έχει με συνέχεια και συνέπεια στη διάθεση των συνδικάτων και των εργαζομένων σε όλη την επικράτεια για κάθε ζήτημα πληροφόρησης, στήριξης και συλλογικής δράσης:

α) το Κέντρο Πληροφόρησης Εργαζομένων και Ανέργων της ΓΣΕΕ (ΚΕΠΕΑ/ΓΣΕΕ) – www.kepea.gr και

β) το Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ)

https://www.inegsee.gr/diktio-ipiresion-pliroforisis-simvouleftikis-ergazomenon-anergon/.
Share this post :
Facebook
Twitter
LinkedIn
Pinterest

Latest Post